
Ο Ντυσάν είχε "σταματήσει να ζωγραφίζει " απο το 1920,όπως έλεγε για να ξεκινήσει το σκάκι και να δημιουργήσει τα teadymade του με το ψευδώνυμο Rrose Selavy. Κι ενώ στα 1940 βρισκόταν στη Ν.Υόρκη απολαμβάνοντας την "γαλήνεια αφάνειά του" το σουρεαλιστικό περιοδικο View τού αφιερώνει ένα τεύχος του. Η μόνη επαφή τού Ντυσάν την εποχή εκείνη με τον κόσμο τής τέχνης ήταν κάποιοι σουρεαλιστές πρόσφυγες και ο συνθέτης Τζων Κέιτζ.
Ο Κέιτζ μίλησε για τις ιδέες τού ντυσάν στον Ράουσενμπεργκ κι εκείνος στον Τζάσπερ Τζόνς που τα έργα του είχαν χαρακτηριστεί σαν νεο-ντανταϊστικά και σαν readymade. Όλοι αυτοί είχαν δεί μιά συλλογή έργων τού Ντυσάν στο Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας κι είχαν διαβάσει την αγγλική έκδοση τού "πράσινου κουτιού" με τις σημειώσεις του για το "μεγάλο γυαλί". Αργότερα στα 1960 ,ο Τζον γράφει "Στον Ντυσάν,η γλώσσα κατέχει πρωταρχική θέση ... Το μεγάλο γυαλί του δείχνει οτι αντιλαμβάνεται το έργο ως πνευματική ,όχι εικαστική ή αισθαντική εμπειρία"

.
Τα τρία σημεία αναφοράς για την "κατασκευή τέχνης" εκείνη την εποχή,αναφέρονταν στον Ντυσάν και ήταν το readymade, ο "δείκτης" (υποδηλώνεται απο χυτά ανθρώπινα μέλη ή όταν αναφερόμαστε στη ζωγραφική,απο το άπλωμα τής μπογιάς που τονίζει το εικονογραφικό σημάδι σαν μιά μορφή ίχνους),και οι κατασκευές.
Τα readymade στις αρχές τής δεκαετίας τού '60 βρίσκονται παντού και επηρεάζουν απόλυτα ότι δημιουργεί το fluxus και άρα τής ποπ αρτ αφού ενοιολογικά στηρίζεται στο φλούξους.Ο Ρόμπερτ Μόρις και ο Μπρους Νάουμαν μένουν κοντά στο παράδειγμα τού Ντυσάν ως το μοντέλο τής γλώσσας,δημοσιεύοντας ο πρώτος το "Αρχείο καρτών" καθιστώντας έτσι τη δημοσίευση κειμένων "επεξηγηματικών" τών εικαστικών τους έργων ,τον προάγγελο τής εννοιακής τέχνης που εξελίχθηκε στα τέλη τής δεκαετίας τού 1960.
Η σημαντική επιρροή τών παραδειγμάτων τού Ντυσάν ,έδειξε σαν ξεπερασμένο το κυβιστικό κολάζ που χρησιμοποιόταν σωρηδόν στη διαφήμιση και στα μέσα ενημέρωσης απο πριν απο τον β' παγκόσμιο πόλεμο.Στη μεταπολεμική περίοδο η μόνη χρήση τού κολάζ απο την τότε πρωτοπορία ήταν μόνο για αρνητική χρήση χαρακτηρίζοντας έτσι τον χώρο τών σκουπιδιών: στα απαρχαιωμένα "εμπορεύματα"..
Τα readymade στις αρχές τής δεκαετίας τού '60 βρίσκονται παντού και επηρεάζουν απόλυτα ότι δημιουργεί το fluxus και άρα τής ποπ αρτ αφού ενοιολογικά στηρίζεται στο φλούξους.Ο Ρόμπερτ Μόρις και ο Μπρους Νάουμαν μένουν κοντά στο παράδειγμα τού Ντυσάν ως το μοντέλο τής γλώσσας,δημοσιεύοντας ο πρώτος το "Αρχείο καρτών" καθιστώντας έτσι τη δημοσίευση κειμένων "επεξηγηματικών" τών εικαστικών τους έργων ,τον προάγγελο τής εννοιακής τέχνης που εξελίχθηκε στα τέλη τής δεκαετίας τού 1960.
Η σημαντική επιρροή τών παραδειγμάτων τού Ντυσάν ,έδειξε σαν ξεπερασμένο το κυβιστικό κολάζ που χρησιμοποιόταν σωρηδόν στη διαφήμιση και στα μέσα ενημέρωσης απο πριν απο τον β' παγκόσμιο πόλεμο.Στη μεταπολεμική περίοδο η μόνη χρήση τού κολάζ απο την τότε πρωτοπορία ήταν μόνο για αρνητική χρήση χαρακτηρίζοντας έτσι τον χώρο τών σκουπιδιών: στα απαρχαιωμένα "εμπορεύματα"..

O Nτυσάν βλέπει την επιρροή του με μιά ολόδική του ματιά. Την αποποιείται και αυτό το εκφράζει με το έργο του που κατασκευάζει κρυφά τις τελευταίες δεκαετίες και ολοκληρώνει το 1966 : το Etant donnes 1.la chute d' eau 2.le gaz d' eclairage. Δηλαδή, Δεδομένα 1. ο καταρράκτης 2. το φωτιστικό αέριο,και φροντίζει για την εγκατάστασή του στο Μουσείο τής Φιλαδέλφειας και μάλιστα, ακριβώς δίπλα στα προηγούμενα έργα του.Σκόπευε να το παρουσιάσει στο κοινό το 1969 , δηλαδή μιά χρονιά μετά τον θάνατό του.
Οσο κι αν η τέχνη του παρουσιαζόταν σαν εννοιακή, το συγκεκριμένο έργο του ήταν εντυπωσιακά ρεαλιστικό με έντονη ερωτική παρουσίαση. ¨Οσο κι αν θεωρούσαν πως η τέχνη του έδινε έμφαση στο κατασκευαστικό κομμάτι τού έργου και στο readymade , το συγκεκριμένο είναι μιά εξελικτική χειροτεχνική δημιουργία.Kι όσο κι αν είχε χρησιμοποιήσει παλιότερα τη φωτογραφία σαν δομικό και διαδικαστικό στοιχείο, στη συγκεκριμένη περίπτωση το φωτογραφικό στοιχείο εμφανίζεται σαν να έχει καταργηθεί ουσιαστικά απο την ίδια την πραγματικότητα..
Οσο κι αν η τέχνη του παρουσιαζόταν σαν εννοιακή, το συγκεκριμένο έργο του ήταν εντυπωσιακά ρεαλιστικό με έντονη ερωτική παρουσίαση. ¨Οσο κι αν θεωρούσαν πως η τέχνη του έδινε έμφαση στο κατασκευαστικό κομμάτι τού έργου και στο readymade , το συγκεκριμένο είναι μιά εξελικτική χειροτεχνική δημιουργία.Kι όσο κι αν είχε χρησιμοποιήσει παλιότερα τη φωτογραφία σαν δομικό και διαδικαστικό στοιχείο, στη συγκεκριμένη περίπτωση το φωτογραφικό στοιχείο εμφανίζεται σαν να έχει καταργηθεί ουσιαστικά απο την ίδια την πραγματικότητα..

.
Το έργο etant donnes αν και τοποθετημένο σε μουσείο, είναι "διεστραμμένα κρυμμένο" και αποκαλύπτεται σε έναν μόνο θεατή την κάθε φορά. Κι ο θεατής βρίσκεται κολλημένος στη τρύπα και βλέπει μέσα στον χώρο τού "ερωτικού θεάματος" ,αλλά ταυτόχρονα είναι εκτεθημένος στη ματιά τού επόμενου θεατή πίσω του ή σε όποιον εισέρχεται στο συγκεκριμένο σημείο τού μουσείου. Η οπτική εμπειρία παραπέμπει στο να "πιαστεί κανείς στα πράσα" καθώς ανοίγεται στο συναίσθημα τής "ντροπής"..
"Το θέαμα πίσω απο τη πόρτα είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να εκφράζει αυτή την σαρκοποίηση τού θεατή . Αναπαράγοντας με ακρίβεια το αναγεννησιακό μοντέλο προοπτικής, η τακτοποίηση παρουσιάζει το γυμνό πίσω απο το ακανόνιστο άνοιγμα ενός τοίχου απο τούβλα παρωδώντας την ιδέα τού Αλμπέρτι οτι το πλάνο απο το οποίο κοιτάζουμε μια προοπτική κατασκευή είναι σαν αυτό τού παραθύρου. Οι τρύπες τού Ντυσάν τοποθετούν το σημείο θέασης ωως αντικατοπτριζόμενο δίδυμο στη τρύπα ακριβώς απέναντί τους,και συγκεκριμένα στο σημείο ανάμεσα στα πόδια τού γυμνού, που είναι ξαπλωμένο με ανοιχτά πόδια σε ένα στρώμα απο κλαδιά. Ο γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ, αποτύπωσε αυτή τη διπολική συγχώνευση σημείου θέασης και σημείου εξαφάνισηςσε συνδυασμένες οπές τού σώματος με το λογοπαίγνιο "con celui qui voit" δηλαδή "μαλάκας όποιος βλέπει"..
"Το θέαμα πίσω απο τη πόρτα είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να εκφράζει αυτή την σαρκοποίηση τού θεατή . Αναπαράγοντας με ακρίβεια το αναγεννησιακό μοντέλο προοπτικής, η τακτοποίηση παρουσιάζει το γυμνό πίσω απο το ακανόνιστο άνοιγμα ενός τοίχου απο τούβλα παρωδώντας την ιδέα τού Αλμπέρτι οτι το πλάνο απο το οποίο κοιτάζουμε μια προοπτική κατασκευή είναι σαν αυτό τού παραθύρου. Οι τρύπες τού Ντυσάν τοποθετούν το σημείο θέασης ωως αντικατοπτριζόμενο δίδυμο στη τρύπα ακριβώς απέναντί τους,και συγκεκριμένα στο σημείο ανάμεσα στα πόδια τού γυμνού, που είναι ξαπλωμένο με ανοιχτά πόδια σε ένα στρώμα απο κλαδιά. Ο γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ, αποτύπωσε αυτή τη διπολική συγχώνευση σημείου θέασης και σημείου εξαφάνισηςσε συνδυασμένες οπές τού σώματος με το λογοπαίγνιο "con celui qui voit" δηλαδή "μαλάκας όποιος βλέπει"..